Παρασκευή 4 Ιανουαρίου 2019



Σαν απόψε

Ένα χειμωνιάτικο βράδυ λοιπόν, σαν απόψε, το χιόνι έξω απ’ το παράθυρο είχε φτάσει έως το πρεβάζι. Είπα, δε βαριέσαι, αυτή τη νύχτα ας μείνουν τα εξώφυλλα ανοιχτά να βλέπω το χιόνι που θα πέφτει.  
Γαλατερή η νύχτα απ’ την πυκνή χιονόπτωση. Η ησυχία, ένα σίγμα τελικό, που έβγαινε απ’ τα δόντια με την άχνα. Αραιά και που, τα φώτα κάποιου αυτοκινήτου ανέβαιναν από τη δημοσιά προς την πλατεία. 
Ξεκρέμασα την μπακιρένια χύτρα από την αλυσίδα του τζακιού, την ακούμπησα στη σιδεροστιά και το «φούντωσα» με ξύλα. Ύστερα, ξεσκέπασα το φαΐ, ν’ απολαχάνει όπως έλεγε η μάνα μου, έδιωξα το σκυλί που γλειφότανε μπροστά στη φλόγα, σαν το γατί που προμηνύει τη βροχή της επόμενης μέρας, και περίμενα τον κύρη μου να μπει για να σερβίρω το δείπνο. 
Ακούστηκε το καμπανάκι της αυλόπορτας και αμέσως μετά απανωτά χτυπήματα ποδιών στις πλάκες της αυλής, για να φύγει το χιόνι απ’ τα παπούτσια. Δρασκέλησα το σκυλί, που είχε κουλουριαστεί στα πόδια μου, και πήγα ν’ ανοίξω την πόρτα. Πάλι φορτώθηκε με ξύλα ως τα μάτια, σκέφτηκα.
Μπήκανε τρεις, λευκοντυμένοι με νιφάδες· ο κύρης μου, φορτωμένος ξύλα, ο Γιάννης και η Κική.
«Είδαμε το παραθυράκι σας φωτισμένο· το μόνο που ξεχώριζε από τη δημοσιά. Ανάψαμε τη σόμπα και ήρθαμε να καθίσουμε, μέχρι να ζεσταθεί το σπίτι μας. Στις ειδήσεις ακούσαμε για το χιόνι και το αποφασίσαμε αμέσως.» 
Ήτανε μια από τις ομορφότερες βραδιές της ζωής μου. Τη χύτρα με την κρεατόσουπα, που εν τω μεταξύ είχε απολαχάνει, τη στραγγίξαμε, ήπιαμε και μία νταμιτζάνα κρασί κουβεντιάζοντας δίπλα στο τζάκι μέχρι το ξημέρωμα.  

Ο Γιάννης έχει φύγει, χρόνια τώρα, και η Κική δεν ανεβαίνει πια να βρει το χιόνι στο χωριό. Ο κύρης μου παραπονιέται πως μεγάλωσε και κουβαλάει από νωρίς τα ξύλα έξω από την πόρτα. Ο σκύλος μας, γεράκος πια, γλείφεται σταθερά μπροστά απ’ το τζάκι. Όταν χιονίζει με πλησιάζει εκείνο το βράδυ και κάποιες φορές νομίζω πως ακούω χτυπήματα ποδιών στις πλάκες της αυλής, μέχρι να φύγει το χιόνι που κολλάει στα παπούτσια. Φαίνεται πως κάτι ακούει και το σκυλί, γιατί σηκώνει το κεφάλι του και αφουγκράζεται ακίνητο. Να, σαν απόψε ένα πράγμα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: