Σάββατο 21 Μαρτίου 2020







Η άνοιξη αναστέλλεται επ’ αόριστον

Καραντίνα μέρα 7η  (Παρασκευή 20.3.2020)

Ενώ εσύ κόλλησες στο σπίτι, οκτώ μουσεία προσφέρουν ψηφιακά tour, μια ουσία υπόσχεται να νικήσει τον ιό με την κορώνα, κάμποσοι κατασκευαστές ψηφίζουν για το αντισηπτικό που καθαρίζει, από τηλεοράσεως δίνονται εξαιρετικές πληροφορίες για την ανατροφοδότηση σε κωλόχαρτα, γενικεύεται η έκσταση από τις ασκήσεις τηλεπερσόνας στο απέναντι μπαλκόνι, της οποίας σημειωτέον μέχρι τώρα δεν ήξερες την ύπαρξη. Σ’ αυτό το αλισβερίσι της ελπίδας και των φοβικών ματαιώσεων, το διαμέρισμα των περιορισμένων τετραγωνικών γίνεται αγκαλιά, προστασία, αντισηπτική υπόσχεση.

Η αυτοσυντήρηση επεμβαίνει και σε πείθει ότι είναι καλύτερα ν’ ασχολείσαι με την έλλειψη των κωλόχαρτων παρά να τα βάζεις με τον εαυτό σου, που σε κράζει ότι δεν ξέρεις τι σου γίνεται και, επειδή δεν έχεις νοσήσει, δεν ενδιαφέρεσαι για τις κοινωνικές ανάγκες. Προλαβαίνεις λοιπόν να πεταχτείς μέχρι το κοντινότερο σουπερμάρκετ και, με ένα ανάλαφρο «μια ζωή την έχουμε», να καταθέσεις έναν μισθό, κουβαλώντας στο σπίτι κάθε τι ευχάριστα άχρηστο, που θα σου αποσπάσει για λίγο την προσοχή.

Κι εκεί που περνάς αδιάφορα μεν ικανοποιητικά δε επανέρχεται στο μυαλό σου κάθε μητρική απαγόρευση σε περίοδο καραντίνας μελέτης για εξαμηνιαίες εξετάσεις στο Γυμνάσιο. Τότε που οι μαθητές προετοιμάζονταν στα σπίτια τους κι ερήμωναν οι δρόμοι από νεανικές φωνές. Κι αν κάποιος είχε το θράσος να παρακινήσει επαναστάσεις έβγαινε η γειτόνισσα με την γυαλιστερή ρόμπα και τα μπικουτί και έβαζε μια φωνή στη μάνα σου να σε μαζέψει γιατί ενοχλούσες, λέει, τον γιο της που είχε προσόντα και όνειρα και μπορούσε να τα καταφέρει ενώ εσύ ήσουνα αχαΐρευτος σαν τον πατέρα σου, που δεν μπόρεσε να γίνει κάτι παραπάνω από εργάτης. Κι όσο η έρμη η μάνα σου σε τράβαγε από το γιακά εσύ έβαζες φιτιλιές πως την είχε προσβάλει η γειτόνισσα με το φακιόλι και πως ο πατέρας σου ήταν πιο κύριος από τον άντρα της γκιόσας, που δεν έχανε ευκαιρία να σας μειώνει οικογενειακώς.  

Η μάνα σου είχε ήδη κάνει τις συγκρίσεις και ήξερε τις διαφορές αλλά δεν τις ξεστόμιζε για να μην σε πληγώσει κι ας την θεωρούσες δειλή. Κι εσύ, που το αίμα σου έβραζε έβαζες όρους στους στόχους σου να ξεπεράσεις το μαμμόθρεφτο, που άντε να πέρναγε σε καμία φιλοσοφική και να κατάφερνε να μπει στην επετηρίδα του υπουργείου για δάσκαλος, αλλά για να τα βγάλει πέρα μέχρι να διοριστεί έκανε ιδιαίτερα στα παιδιά της γειτονιάς. Γιατί εσύ ήσουν και πιο έξυπνος και πιο μάγκας.   


Γιατί σταμάτησες να σκέφτεσαι; Γιατί δεν ενδιαφέρεσαι πια να σώσεις τον κόσμο; Γιατί κουράστηκες; Ευκαιρία να βάλεις τη ζωή σου σε νέα βάση κι όταν αρχίσεις ν’ αναρωτιέσαι ξανά, σκέψου όσους κινδυνεύουν εκεί έξω για να σε σώσουν αν χρειαστεί. Μέχρι τότε βρες κάτι να κάνεις, διάβασε, τραγούδα, άκου μουσική, αγάπησε αυτόν που σου χαμογελάει από το απέναντι μπαλκόνι, ωστόσο σκέψου. Κι αν δεν μπορείς τίποτα απ’ όλα αυτά μέτρα κωλόχαρτα· μάθε και το παιδί σου να το κάνει, όμως μείνε σπίτι. Ευκαιρία να τα βρεις με τον εαυτό σου. 

Παρασκευή 20 Μαρτίου 2020





Η άνοιξη αναστέλλεται επ’ αόριστον

Καραντίνα μέρα 6η  (Πέμπτη 19.3.2020)

Από το ένα δωμάτιο στο άλλο με ραβασάκια, πώς είσαι, καλά, κι εγώ, ο Μήτσος έφαγε, ναι και τα έκανε, μάσησε κι ένα μαξιλάρι του καναπέ, ανήκουστο, πρώτη φορά το ζωντανό, έχει και τα δίκια του, αλλιώς ήταν μαθημένο, τού λείπει η βόλτα, το σκυλί σου όπως το μάθεις, δένει κόμπο τη συνήθεια, να φάει, να πιεί, να γλύψει, να τρέξει, να βγει για την ανάγκη του, δεν γίνεται να τα χωνέψει. Όλα από τις χαραμάδες της πόρτας.
Άνοιγε τα παράθυρα να φύγει η ρουτίνα και να μπει λίγη άνοιξη στο σπίτι, ύστερα σκεφτόταν ότι μπορεί να ήταν μολυσμένη και το ξανάκλεινε. Άσε τις παλαβομάρες, έλεγε η γυναίκα του πριν κλειδωθεί στο δωμάτιο. Εκείνος το πάλευε. Τί, πολύ θέλει να μεταφέρει η σκόνη τον ιό από την Ασία; Πρώτη βδομάδα είναι ακόμα, θα το συνηθίσεις, έλεγε εκείνη μαθημένη από το μέσα. Πως τα κατάφερνε να μην ξεμυτίζει, μέρες ολόκληρες; Όχι τώρα, τότε που τα πράγματα ήταν αλλιώς. Κοτοφώλο την έλεγε. Βγες έξω χανούμισσα να σε δει ο ήλιος να πάρεις βιταμίνη ντε και λίγο χρώμα, ξάσπρισες.
          Όταν οι εξετάσεις έδειξαν ότι η ντε ήταν, ντε και καλά, στα όρια άρχισε να βγαίνει. Κόντευε να το συνηθίσει όταν άρχισε το βάσανο. Να περάσει η μέρα να βγει η νύχτα, να ξημερώσει μια ελπίδα να πατήσει πάνω της ν’ ανασάνει, ν’ ανεβεί η ψυχολογία της. Άφησε τον ήλιο να ρίξει δυο ακτίνες πάνω της κι αυτός έκαψε την άμαθη σάρκα. Θάμπωσε το φως της από τα καμένα αστέρια, γέμισαν τα μάτια της μαύρες κουκίδες. Εκείνη δεν τήρησε τους κανόνες, τις εντολές, τα δεδομένα, τα έτριψε και μπήκε μέσα της το κακό, είπαν οι αρμόδιοι. Νάτα τώρα τα χαΐρια τους, δύο δωμάτια σπίτι γίνανε χώρες αφιλόξενες. Με σημειώματα συνεννοούνταν, ριγμένα κάτω από την κλειδωμένη πόρτα. Μην τυχόν και ανοίξει κάποιος το πορτόφυλλο ασυναίσθητα και σπείρουν οι δαίμονες πανικούς.
Στη ζωή τους χώθηκε ένας καημός, να περάσει η μέρα, να βγει η νύχτα, να γυρίσει ο καιρός, να φυτρώσει η ελπίδα ότι θα ζούμε και τού χρόνου, να φύγει η κάργια από πάνω μας κι όταν ξεχαστεί η αγωνία της άγνοιας, να καθαρίσει γενικά ετούτος ο φόβος πως δεν υπάρχει ελπίδα. Να γεμίσουν οι δρόμοι φωνές παιδιών, ν’ ανασάνουν οι μεγαλύτεροι, ν’ ανταμώσουν οι γέροι τ’ απομεσήμερα στα κατώφλια, ν’ αντέξουν τα πουλιά τραγούδια χαρούμενα, να φύγει η κατήφεια από τα μάτια, να φέρει το χαμόγελο αίμα στα ξερά χείλια, να πούμε καλημέρες πιστευτές, ελεύθερες, αληθινές.
             


Πέμπτη 19 Μαρτίου 2020




Η άνοιξη αναστέλλεται επ’ αόριστον

Καραντίνα μέρα 5η  (Τετάρτη 18.3.2020)

Από τότε που σταμάτησε ο χρόνος οι μέρες σέρνονται. Σερνόμαστε κι εμείς. Σκεφτόμαστε «Έχω τόσα να κάνω και δεν κάνω τίποτα, ή μάλλον δεν κάνω όσα θα έκανα αν πράγματα ήταν διαφορετικά». Στην καλύτερη περίπτωση απλά υπάρχουμε. Τώρα όλα είναι αλλιώς. Η καθημερινότητά μας είναι εντελώς διαφορετική. Κανένας δεν βιάζεται, δεν πιέζει, ούτε πιέζεται. Λες και κάποιος τρίτος μάς κρίνει πάνω από τα κεφάλια μας, λες και ακολουθούμε σαν πιόνια της διαθέσεις του. Λες και θα δώσουμε λόγο αν παραβούμε τις εντολές του. Λες και μόλις λήξει ο συναγερμός θα δώσουμε γη και ύδωρ.

Η κατάσταση ρευστή, στην αρχή εκνευρίζεσαι, μετά απελπίζεσαι και στη συνέχεια το σκέφτεσαι από την αρχή. Δεν είναι εύκολο να έχεις τον εαυτό σου απέναντι όλο το εικοσιτετράωρο. Όχι όπως τα πρωινά τού κάποτε στον καθρέφτη, να πλένεσαι, να χτενίζεσαι και γενικώς να ετοιμάζεσαι να πας στη δουλειά σου. Εκεί η συνέχεια ήταν ν’ ανοίξεις την πόρτα και να βγεις στο δρόμο. Τώρα όλα είναι άγνωστα, εκεί έξω είναι ο φόβος. Παρότι περιορίζεσαι σ’ ένα σπίτι – πόσο μεγάλο μπορεί να είναι ένα σπίτι – ή, ακόμα χειρότερα, μόνο σε ένα δωμάτιο, επειδή οι συνθήκες είναι τέτοιες ή δεν έχεις άλλα περιθώρια. Τώρα είσαι ασταθής και μεταβλητός. Έχεις μπροστά σου έναν αγώνα, ένα μάθημα, μια δοκιμασία αντοχής.

Κι αν πεις κουβέντα θ’ ακούσεις: «Τί παραπονιέσαι; Άλλοι είναι στα χαρακώματα και άλλοι στον άλλο κόσμο κι εσύ παραπονιέσαι; Τώρα υπάρχει χρόνος να γιορτάσεις όλες τις γιορτές από την αρχή: Πάσχα, Δεκαπενταύγουστος, Χριστούγεννα, Απόκριες και πάλι Πάσχα. Με το να κλείνεις τα μάτια δεν περνάει ο χρόνος πιο γρήγορα».

Γιορτές, ζωές, αγάπες όλα συνήθειες. Κι εμείς γιατί παλεύουμε; Για να κρατήσουμε ζωντανές τις συνήθειες της ζωής μας ή για να ξεφύγουμε από αυτές. Μέχρι τώρα, οι θάνατοι από τις πανδημίες του παρελθόντος ήταν για μας μονάχα αριθμοί, όπως κι όλα τα πράγματα που είναι μικρότερα από τη δική μας θλίψη.

Όπως και να έχουν τα πράγματα μέσα μας, ας ευχηθούμε η θλίψη μα να σωθεί. Εκεί έξω υπάρχουν και οι άστεγοι, κάθε είδους και προέλευσης, που δεν έχουν τη δυνατότητα να ονειρεύονται πως όλα θα πάνε καλά.     



Τρίτη 17 Μαρτίου 2020




Η άνοιξη αναστέλλεται επ’ αόριστον

Καραντίνα μέρα 4η  (Τρίτη 17.3.2020)

Δεν ξέρω πως θα είναι τα πράγματα μετά από ένα ή δυο μήνες αλλά σήμερα, τέταρτη μέρα, δεν μπορώ ακόμα να το πιστέψω ότι συμβαινει· απ’ ότι φαίνεται και πολλοί άλλοι σαν κι εμένα, εξακολουθούν να τα έχουν χαμένα. «Τσιμπήστε με!» θα έλεγα σε άλλη περίσταση, όμως τώρα δεν πρέπει να παρανομήσω.

Εξακολουθώ να ενημερώνομαι από «ρα.τη.τη.τα.» (ραδιοφώνου, τηλεοράσεως τηλεφώνου & “τάμπλετος”) και να αισθάνομαι σαν να ζω ταυτόχρονα σε δύο παράλληλα σύμπαντα. Από τη μία μεριά οι ειδήσεις να μεταδίδουν τραγικά γεγονότα και από την άλλη ο κόσμος στο δρόμο να συμπεριφέρεται όπως και π.κ. (προ κορονοϊού).

Μέχρι το απομεσήμερο δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ λες και ο νους μου είχε πάει διακοπές. Ύστερα, διάβασα στο διαδίκτυο ότι στη Θεσσαλονίκη, σε κοινή επιχείρηση της δημοτικής αστυνομίας τού κεντρικού δήμου και της ομάδας ΔΙΑΣ της αστυνομίας, τα μεγάφωνα έστειλαν τον κόσμο σπίτι του. Δημοσιεύονται μάλιστα και βίντεο από τη Νέα Παραλία όπου και ο κόσμος, έχοντας αγνοήσει τις συστάσεις να παραμείνει στο σπίτι του, είχε βγει βόλτα στη λιακάδα (TyposThes 17/3).  

«Τσιμπήστε με! Δεν μπορεί να ζω ακόμα!»



Δευτέρα 16 Μαρτίου 2020



Η άνοιξη αναστέλλεται επ’ αόριστον

Καραντίνα μέρα 3η  (Δευτέρα 16.3.2020)

Πίσω στα παλιά τα δικά μας, εκείνα τα παιδικά, που κάποιοι βιώσαμε κλεισμένοι στις καμαρούλες μας, παλεύοντας με τις παιδικές αρρώστιες. Μαραζωμένοι πίσω από τα κουφωμένα πατζούρια ν’ αγναντεύουμε από τις χαραμάδες, οι πιο τυχεροί από μας, λίγη θάλασσα και ένα κομματάκι ουρανού.  
Από το παράθυρο τού τρίτου ορόφου τής απέναντι πολυκατοικίας η μοναξιά προβάλλεται μέσα σε κάδρο. Η γηραιά κυρία κοιτάζει τον δρόμο, σαν να περιμένει κάποιον. Ακίνητη, μέχρι να πέσει το σκοτάδι. Δεν μπορώ να διακρίνω αν τα μάτια της είναι κλειστά ή ανοιχτά. Ο καιρός έχει χαλάσει αλλά η μπαλκονόπορτα του δωματίου της παραμένει μισάνοιχτη. Αναρωτιέμαι ποιον να περιμένει με τέτοια υπομονή και αναστατώνομαι στη σκέψη ότι την βρήκε ο ύπνος ή ο θάνατος σ’ αυτή τη θέση. Την χαιρετάω με την ελπίδα να με δει. Σηκώνει τα μάτια της και το ανταποδίδει. Είναι και αυτό μία επικοινωνία, σκέφτομαι χαρούμενη που είναι ζωντανή.
Η ησυχία μάς τρυπάει τ’ αυτιά. Όλο το απόγευμα μόνο ένα μηχανάκι πέρασε. Ούτε ένα γαύγισμα, ούτε το ραδιόφωνο, που άκουγα χθες χωρίς να μπορώ να εντοπίσω το διαμέρισμα προέλευσής του. Αργεί να βραδιάσει όταν το περιμένεις για να τραβήξεις την κουρτίνα πίσω από το τζάμι και να πας για ύπνο.
Βγαίνω στο μπαλκόνι. Η γηραιά κυρία αφήνει το παράθυρο και προβάλει στην ανοιχτή μπαλκονόπορτα. «Σας έχω παρέα», μού λέει, «Όταν σας βλέπω νοιώθω ασφαλής». Την χαιρετάω με μια καληνύχτα και ευχές να ξημερώσουμε αύριο καλά. 











Η άνοιξη αναστέλλεται επ’ αόριστον

Καραντίνα μέρα δεύτερη (Κυριακή 15.3.2020)

Ξύπνησα κατάκοπη μετά από ύπνο ανήσυχο. Με κυνηγούσε, λέει, ένας τεράστιος να μου πάρει τα φάρμακα και έτρεχα να μπω στην πόρτα του σπιτιού μου πριν με προλάβει. Το λαχάνιασμα έκανε αρκετή ώρα να καταλαγιάσει μέσα μου. Κατά βάθος δεν προλαβαίνω να κατανοήσω αυτό που συμβαίνει. Σαν να βρίσκομαι σε παράλληλο σύμπαν, σαν να περιμένω να ξυπνήσω από το όνειρο, που μου προκαλεί δύσπνοια. Τσιμπιέμαι σε κάθε νέα είδηση από το ραδιόφωνο ή την τηλεόραση αλλά δεν αποφασίζω να τα κλείσω και τα δύο μην τυχόν και χάσω κάτι από την ενημέρωση. Η ζωή μου – όπως και τόσων άλλων γύρω μου – έχει έρθει τούμπα.
Χθες είδα τον κόσμο να κάθεται στην πλατεία και να πίνει τον καφέ του κουβεντιάζοντας αδιάφορα και άρχισα να φοβάμαι για το μυαλό μου. Εγώ το μόνο που κατάφερα ήταν να βγω μια φορά στο μπαλκόνι και να ψάξω τον ουρανό. Σήμερα, η χθεσινή ζέστη είχε κάνει στην άκρη και το βοριαδάκι καθάρισε την ασπρίλα της ατμόσφαιρας. Μπροστά μου ένα κομμάτι θάλασσας τόσο καθαρό που μπορούσα να βουτήξω μέσα του, έτσι όπως δέσποζε ανάμεσα σε δύο γωνίες πολυκατοικιών και γέμιζε τα μάτια μου. Θα μπορούσα ν’ ακολουθήσω τη συμβουλή του Μηλιόκα, να μπω σ’ ένα παπούτσι για να πάω βόλτα στο μπαρ του σαλονιού, αλλά πέρασαν πολλοί καιροί και το σαλόνι μου δεν έχει μπαρ – για να πω την αλήθεια ποτέ δεν είχε. Θα μου πεις τώρα μήπως χωράς σε ένα παπούτσι; Ούτε. Αλλά αν χρειαστεί τα καταφέρνω και τα δύο.

Ένα δωμάτιο η μικρή μας γειτονιά
και το μπαλκόνι σου μισάνοιχτο συρτάρι
Μου χαμογέλασες στου μπάνιου τη γωνιά  
σου τηλεφώνησα κι εγώ απ' το πατάρι    
(Μουσική, στίχοι: Γιάννης Μηλιόκας https://youtu.be/wfxpeiPcKpQ)









Η άνοιξη αναστέλλεται επ’ αόριστον

Καραντίνα μέρα πρώτη (Σάββατο 14.3.2020)

Μία παλιά άνοιξη άρχισε το πρόβλημα για μένα. Οι αλλεργίες όρμησαν πάνω μου και με εξουθένωσαν. Ευτυχώς κάποιοι επιστήμονες, που βρίσκουν κατά καιρούς λύσεις για τους ανθρώπους, βρήκαν και για μένα. Χάρη σ’ αυτούς το πρόβλημά μου έγινε ρουτίνα στη συνέχεια. Από τότε συνήθισα κάθε άνοιξη να παίρνω τα φάρμακά μου και να πορεύομαι παράλληλα με την άμαξα των αλλεργιών.
Η φετινή άνοιξη άργησε να ’ρθει. Την πρόλαβε ο κορονοϊός κι έτσι άργησα να παραλάβω τα φάρμακα στην ώρα τους από το φαρμακείο. Πρώτη μέρα της Καραντίνας σήμερα και επειδή φοβήθηκα να βγω στο δρόμο πήγα με το αυτοκίνητο μέχρι το φαρμακείο. Η πλατεία ήταν …

Η πλατεία ήταν γεμάτη
σαν να βγήκανε ποντίκια απ’ τις φωλιές 
χωρίς νόημα στους δρόμους
με ανόητους ανθρώπους, υποψήφιους αρρώστους στις γωνιές
κι ενώ έβριζα στη μέση αυτού του κόσμου, που ήταν μπρος μου, 
κατακόκκινη, γεμάτη από οργή
και ντροπή, που δεν ξανάδα στη ζωή μου την κλειστή...