Τρίτη 24 Νοεμβρίου 2020

 





Δεύτερη σειρά ανεπίδοτα γράμματα

Κο-Βιτ-ομολογίες 5

 

Κύριε Κο Βιτ κακή σας ημέρα.

Σήμερα ο πατέρας μου καθαίρεσε από τον καθρέφτη του αυτοκινήτου όλα τα χαϊμαλιά και κρέμασε δύο μάσκες. Όχι αποκριάτικες, θαλασσιές. Από αυτές που πούλαγε το σουπερμάρκετ σε τιμή προσφοράς. Για ώρα ανάγκης, είπε. Η μάνα μου μόλις τις είδε γκρίνιαξε πως ήταν ίδιες με εκείνες που έδειξε η τηλεόραση, στο ρεπορτάζ για τα φασόν από την Ινδία, πεταμένες στο πάτωμα, αλλά ο πατέρας μου τη γείωσε και πήγε και ξάπλωσε νωρίς. Εκείνη φώναξε κάμποσο για την τύχη της και την ξεροκεφαλιά του αλλά στο τέλος, αφού δεν της αντιμίλησε κανείς, πέταξε ένα «Εγώ δεν θα την ακουμπήσω ποτέ στο πρόσωπό μου αυτή την αηδία» και το έριξε στο σιδέρωμα. 

Δεν ξέρω πότε ο πατέρας μου απέκτησε την εμμονή με τις μάσκες. Σήμερα είδε έναν νεκροθάφτη της κυβέρνησης, που εκφωνούσε τις νεκρολογίες στην τηλεόραση, και ζήλεψε τη μάσκα του. Μαύρη ήταν σαν αυτές που φοράνε τα κοράκια όταν μεταφέρουνε φέρετρα στο Πρώτο Νεκροταφείο. Στη θέση της μύτης είχε ένα σίδερο, που κρατούσε το ύφασμα τεντωμένο και άφηνε τον αέρα να μπαίνει μια χαρά. Είμαι σίγουρος γιατί τον παρακολούθησα και δεν έδειχνε να ζορίζεται όπως όλοι μας όταν φοράμε τις μάσκες του εμπορίου. Άσε που σε κάθε εκπνοή ένα «παφ» έκανε τη μάσκα να χάσκει από τα πλαϊνά και άφηνε τον σκοτωμένο αέρα να φεύγει εύκολα. Τέτοια μάσκα θέλω να πάρω, είπε ο πατέρας μου. Τέτοια του είπα να πάρει και για μένα.

Η γιαγιά πάλι στον κόσμο της δεν είπε τίποτα· μέτραγε τις κάμπιες που κρέμονταν σαν τσαμπιά από σταφύλια μέσα στο πλάνο του National Geographic στο συνδρομητικό κανάλι. Όλο αηδίες βλέπει αυτή η γυναίκα. Όπου δει χρώμα έντονο στήνεται. Την άλλη φορά παρακολουθούσε έναν χαμαιλέοντα που άλλαζε αποχρώσεις με κάθε μετακίνηση και πατούσε το τηλεκοντρόλ να επισπεύσει την αλλαγή. Η αδελφή μου πέταξε ένα: «Ά, ωραίο πράσινο για ορειβασία. Πού το είδε το ωραίο πράσινο και πού την ορειβασία; Το μυαλό της μόνο το κατάλαβε. Από τους υπόλοιπους κανένας· ούτε που ασχοληθήκαμε δηλαδή. Η αλήθεια είναι πως όσο την αγνοούμε τόσο πιο ήσυχη κάθεται. Αρκεί να μην σκυλοβαρεθεί και αρχίσει ν’ ανακατεύει τα χρώματα και τα διαλυτικά για τα νύχια της γιατί μας βλέπω να παίρνουμε απολυτήριο όλοι μαζί και δεν έχουμε που να μεταναστεύσουμε τώρα με την καραντίνα. Για να την προλάβω, σκέφτηκα να της δώσω ιδέες να βάφει τις μάσκες της πολύχρωμες αλλά το κρατάω για τη στιγμή που θ’ αρχίσει πάλι να γκρινιάζει.

Ο παππούς δεν πήρε χαμπάρι· ροχάλιζε στον καναπέ, δίπλα στη γιαγιά, και τρόμαζε στον ύπνο του. Τις προάλλες, για να μη μας ζαλίζει με το παραμιλητό, του φορέσαμε μία μάσκα χειρουργική και κόντεψε να πνιγεί. Πάλι καλά που δεν την κατάπιε. Η γιαγιά μου ούτε ν’ ακούσει δεν θέλει για μάσκα. Βρε καλή μου, βρε ανάποδή μου παλουκώσου να σου τη στερεώσω στ’ αυτιά, μην πάρω κανένα συρραπτικό και σου την καρφώσω, ωρύεται η μάνα μου. Τίποτα. Διαφωνεί με το χρώμα· δεν της αρέσει ούτε το λευκό ούτε το θαλασσί. Τι να κάνει και η μάνα μου, έραψε μερικές μάσκες καταπράσινες σαν κάμπιες και ησυχάσαμε για λίγο. Μετά, η γιαγιά ήθελε κόκκινες της φωτιάς και αφού τις βαρέθηκε κι αυτές κατέληξε στον καναπέ να μετράει πόσοι βγάζουν τη μύτη τους έξω από τη μάσκα σε κάθε εκπομπή και να φωνάζει «Τώρα θα τη βγάλει, τώρα θα τη βγάλει». Τώρα, ψάχνουμε κι εμείς χρώμα για να τη δελεάσουμε, μιας και ο γιατρός είπε να περπατάει οπωσδήποτε, μην καταντήσει σε καροτσάκι από την ακινησία. Όμως, δεν μπορεί να βγει στο δρόμο χωρίς μάσκα. Κι όπως λέει και η μάνα μου: «Σάμπως έχουμε τρακοσάρια να πληρώνουμε πρόστιμα;». 

Κύριε Κο Βιτ, με όσα συμβαίνουν στο σπίτι μας βλέπω τη μεταξύ μας απόσταση να μεγαλώνει. Και όσο περνάνε οι μέρες τόσο πιο αδιάφορος γίνεστε. Προσέξτε και θα δείτε πως έχουμε καλύτερα πράγματα ν’ ασχοληθούμε από το να σας ακούμε. Πρώτα απ’ όλα να αλλάζουμε τις μάσκες μας με πολύχρωμες, που φτιάχνουν τη διάθεση χαρούμενη.

 


Δεν υπάρχουν σχόλια: