Ακόμα
Σεπτέμβρης
Ο ίσκιος του Σεπτέμβρη
τη μέρα κυνηγάει,
ξεπλένει την αρμύρα η βροχή.
ξεπλένει την αρμύρα η βροχή.
Ρημώνει
η απώλεια τον τόπο της,
σαν
τη φυγή ρουφάει
την
ανάσα απ’ τη φωλιά της.
Άμα
φωτίσει θα ‘ναι
η
έλλειψη μεγάλη.
Νωπό
το βάμμα του κενού
που
το φευγιό χαράζει.
Απ’ το σκοτάδιζήτα
τον πόνο να σκεπάσει.
τον πόνο να σκεπάσει.
Η νύχτα επουλώνει τις πληγές.
Μόνο
η ζωή, το θάνατο
μπορεί
να αγνοήσει,
τη
λύτρωση να στάξει
στο
σημάδι που απομένει.
Τα
σύννεφα κι αν πυκνωθούν
πάλι
ο παλιός πνοή θα δίνει
σε
κάθε αναχώρηση που φτάνει.
Γιατί
ζωή μονάχη της
θάνατος
είναι.
κα. πα.