Δεύτερη σειρά ανεπίδοτα γράμματα
Κο-Βιτ-ομολογίες 6
Κύριε Κο Βιτ κακή σας ημέρα.
Δεν μπορείτε να πείτε ότι δε σας προειδοποίησα. Εσείς όμως όσο μεγαλώνει η μεταξύ μας απόσταση τόσο πιο άπληστος γίνεστε. Έχω καταλήξει πως ή δεν καταλαβαίνεται τι σας γίνεται (επιστημονικά είστε μειωμένης αντιλήψεως –το άκουσα να το λέει ο πατέρας μου και το έψαξα στο Google) ή δεν με υπολογίζετε. Δεν θα το ξαναπώ!
Τελευταία, έχετε πάρει πολύ αέρα. Μας βρήκατε μπόσικους και μας κοπανάτε με ανακοινώσεις φοβιστικές. Χάσκουμε με το στόμα παξιμάδι και την αβεβαιότητα στο βλέμμα. Είναι στιγμές που μπροστά σε κάτι απρόβλεπτο χάνουμε το κουράγιο μας. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως καταθέτουμε τα όπλα. Το ξάφνιασμα είναι στιγμιαίο, από το σοκ ή την αμηχανία, που προηγείται από τον κάθε ανασχηματισμό. Μετά θα ανασκουμπωθούμε και μόλις ανασυγκροτήσουμε τις δυνάμεις μας μαύρο φίδι που σας έφαγε κύριε Κο Βιτ. Προς το παρόν παρατηρούμε και την παραμικρή λεπτομέρεια –τι άλλο έχουμε να κάνουμε άλλωστε– και καταλαβαίνουμε περισσότερα απ’ όσα νομίζετε. Να, όπως σήμερα, κακή ώρα δηλαδή.
Κρύωσε ο καιρός. Βγήκανε τα κομπινεζόν στα σύρματα (κομπινεζά τα λέει η γιαγιά μου αλλά η μάνα μου τη διορθώνει πάντα). Έβαλε το χοντρό μπουφάν ο παππούς και στήθηκε στην πόρτα σαν το σκυλί όταν θέλει να βγει για την ανάγκη του. Ήθελε να περπατήσει, είπε στη μάνα μου, που εκείνη τη στιγμή τύλιγε ντολμαδάκια με αμπελόφυλλα. Αυτή για να μη του χαλάσει το χατίρι έστειλε και την αδελφή μου μαζί του. Με το ζόρι τη σήκωσε από τον καναπέ –είχε αρχίσει πάλι να βάφει τα νύχια της. Τον λυπάται η μάνα μου τον πεθερό της και κάνει ό,τι μπορεί για να νιώθει όμορφα. Δεν φταίει αυτή που η αδελφή μου χάζευε στο κινητό και δεν πήρε είδηση πως ο παππούς έστριψε σε άλλο στενό. Το κακό είναι πως γύρισε στο σπίτι χωρίς αυτόν. Ξαμοληθήκαμε όλοι στους δρόμους και δεν σκεφτήκαμε ούτε μάσκες ούτε δικαιολογητικά έγγραφα. Η μάνα μου παράτησε τα ντολμαδάκια ατύλιχτα και η γιαγιά ένα ντοκιμαντέρ για αγριόφρυνους. Εγώ δεν είχα κάτι να παρατήσω μόνο τους ακολούθησα, το ίδιο και η αδελφή μου με τα νύχια μισοβαμμένα. Και που δεν τον ψάξαμε. Άφαντος. Ο πατέρας έπεσε σε βαθιά μελαγχολία· δεν ξέραμε τι να τον κάνουμε. Ό,τι και να λέει τον αγαπάει τον παππού.
Αργά το απόγευμα μας τηλεφώνησαν από ένα νοσοκομείο να πάμε να τον πάρουμε. Δεν μας έβρισκαν νωρίτερα είπαν· ο παππούς είχε πάθει μια ελαφρά διάσειση –διάσταση επέμενε ο ίδιος– από το πέσιμο και δεν θυμόταν τη διεύθυνση. Η αδελφή μου λέει πως το έκανε επίτηδες για να χαζεύει όσους πήγαιναν στις πρώτες βοήθειες. Ο παππούς όμως δεν το παραδέχεται και της δείχνει τα δέκα ράμματα, που του έκαναν στο κεφάλι αφού έβγαλαν την πέτρα που είχε σφηνώσει στα μαλακά. Είδαν κι έπαθαν γιατί ο παππούς νομίζοντας πως ήταν καρούμπαλο το πατούσε δυνατά και την έχωνε όλο και περισσότερο στο κεφάλι του. Το κυριότερο είναι ότι από τις εξετάσεις που του έκαναν δεν βρέθηκε θετικός στο δηλητήριό σας. Αυτό είναι μία νίκη. Κανένας στο σπίτι μας δεν είναι θετικός στον ιό. Μόνο εσείς δεν θέλετε να καταλάβετε και συνεχίζετε να μας τριγυρίζετε.
Συνεχίζεται…